Quantcast
Channel: Στιχο-Μυθία
Viewing all 850 articles
Browse latest View live

Η ιστορία της Μαρίας Νο 2

$
0
0
Όχι τώρα, θα μιλάνε κι οι χεσμένοι...

Στίχοι: Βασίλης Νικολαΐδης
Μουσική: Βασίλης Νικολαΐδης
Ερμηνεία: Βασίλης Νικολαΐδης

Πια δε στέλνει Σπυριδούλες η επαρχία
Η Αθήνα ζει μες τη μελαγχολία
Σκηνικό μοιάζει σε φιλμ καταστροφής
Που’ ν τα χρόνια εκείνα προ της κατοχής
Η Αθήνα που’ χει τώρα τα λεφτά
Εχει βίλες και Μπε Εμ Βε και γουνικά
Κι υπηρέτρια από τις Φιλιππίνες
Κι έτσι βρέθηκε η Μαρία εν Αθήναις

Είν’ αλήθεια της πληρώσαν το εισιτήριο
Μα της κράτησαν μετά το διαβατήριο
Μη τους φύγει σ’ άλλο σπίτι για να πάει
Και κλειδώναν το ψυγείο να μη φάει
Κι όταν έφευγαν τ’ αφεντικά
Της την έπεφτε ο γιος στα μουλωχτά
Μα γυρνά μια μέρα ο γέρος αιφνιδίως
“Την ερωτεύτηκα μπαμπά” του λέει ο γελοίος

Κατά μέρους παίρνει ο γέρος τον γελοίο
Αντρας μ’ άντρα του ξηγιέται στο γραφείο
Κάνε πέρα που σου λέω έχω πείρα
Τη μάνα σου κι εγώ έτσι την πήρα
Κι ο γελοίος πάει έξω και σπουδάζει
Και ο γέρος τη Μαρία εκβιάζει
“Με αποπλάνηση ανηλίκου φυλακή”
Κι αναγκάζεται αυτή να του δοθεί

Κάποιος όμως τα’ πε όλα στην κυρία
Την κυρία της κι αυτή την λεν Μαρία
Ηταν κάποτε φτωχιά κατατρεγμένη
Είναι μία ιστορία μπερδεμένη
Κι είναι νόμος όσοι λύσσαξαν στις φάπες
Γίνονται ύστερα οι πιο φριχτοί σατράπες
Στο καζίνο ούτε ξέρει τι αφήνει
Και στο γέρο λέει πως τα’ φαγε εκείνη

Εφτυσε αίμα δύο χρόνους η Μαρία
Μα σκεφτόταν μ’ ένα “μάλιστα κυρία”
Είναι χάος η ψυχή του Ασιάτη
Και κυρίως όταν μαγειρεύει κάτι
Και το κάτι άμα λάχει εν προκειμένω
Ήταν ρύζι μ’ αστακό ξεγυρισμένο
Ένα έδεσμα δουκών και μαρκησσίων
Και κρετίνων των βορείων προαστίων

Κι όπως κάνουν οι κρετίνοι όταν πεινάνε
Πέσαν όλοι τον αγλέορα να φάνε
Η γλυκόξινη η σάλτσα τους αρέσει
Και σκεπάζει του καθάρσιου τη γεύση
Το τι έγινε μετά δέκα λεφτά
Είναι αδύνατο να σας το πω καλά
Μια λεκάνη για σαράντα τι να κάνει
Παίρναν θέση στο μπαλκόνι στο ντιβάνι

Κι η κυρία που δεν πρόλαβε να φάει
Τη ζωή της όλη ανάποδα μετράει
Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη μέσα η μνήμη
Τη Μαρία συμβουλεύει να του δίνει
Κι ούτε λόγος για το σκάνδαλο στο πάρτι
Όλοι κάναν πως κανείς δεν ξέρει κάτι
Τι να πούνε και σε ποιον οι καλεσμένοι
Όχι τώρα θα μιλάνε κι οι χεσμένοι


Δισκογραφία:
Βασίλης Νικολαΐδης - Ατασθαλίες (1993)

Η Αγέλαστη Άνοιξη

$
0
0
Στη θάλασσα το φόβο μου θ'αρχίσω να πετώ...


Ζητάω ένα τρόπο
Τον ήλιο να φωνάξω
Και πάλι να περάσει
Την πόρτα της καρδιάς

Αγέλαστή μου άνοιξη
Εγώ θα ταξιδέψω
Με ένα μικρό χαμόγελο
Στον ήλιο που δεν πας

Τη δύναμη να πάρω
Ελπίδα μες τη κρίση
Χρειάζομαι ένα χάδι
Του έρωτα σπρωξιά

Εμπόδια να περάσω
Να χάσω και τη θλίψη
Και η άνοιξη να έρχεται
Φωτιά μες τη καρδιά

Ζητάω ένα δρόμο
Τη μέρα μου να αλλάξω
Κι ότι με έχει φτύσει
Να μη το ξαναδώ

Τον κόσμο του στις λάσπες
Κι εγώ να τον πετάξω
Αν με κρατάς το χέρι
Νομίζω το μπορώ

Αγέλαστή μου άνοιξη
Μαζί σου δεν θα μείνω
Στη θάλασσα το φόβο μου
Θα αρχίσω να πετώ

  Σάκης Αθανασιάδης

Τα γενέθλια

$
0
0
Αν το αντίο είναι τόσο γλυκό, πως είν'όταν λες βαθιά σ'αγαπώ...;


Στίχοι: Νίκος Βίττης
Mουσική: Νίκος Βίττης
Ερμηνεία: Σπύρος Κλείσσας

Τα χρόνια πολλά ισχύουν ακόμη,
ακόμα κι αν έφυγα απ'τη γιορτή
Χαμένος στους δρόμους δεν ξέρω τι ψάχνω
μα δε θα το βρω, μέσα στη νύχτα μέσα στο νου που τρέχει παντού.

Χαμόγελα υποκριτών,
ακούσια χάδια εραστών
και μόνο η λέξη έχει απομείνει
το νόημά της έχει χαθεί τυλίχτηκε στη σιωπή.

Χαμένος για πάντα στην έρημη πόλη,
φράγμα τα κτήρια, η αιθάλη κι η σκόνη.
Μα μέσ'απ'τα χρώματα κινούμενου κάστρου
που η φλόγα κινεί, ζωντάνεψες μές στη σκηνή στο άσπρο πανί.

Ανείπωτα λόγια κι ανείπωτοι πόθοι,
σπρωγμένα στα βάθη της καρδιάς,
ένα σου χάδι, φιλί ζωής,
τους πόθους ξυπνήσαν κι αποκτήσαν, χρώμα στο γκρίζο της ψυχής.

Όλα τα χάδια σα ρούχο μ'αγγίζουν,
ξένος εγώ στο δικό μου κορμί.
Τα χείλη μου ψάχνουν τη γεύση του πάθους
σε ξένο φιλί, κι ο νους ταξιδεύει σε κύματα πάνω, στο δικό σου νησί.

Τα τείχη του κάστρου απόρθητα,
κι αναζητώ κερκόπορτα.
Μάταιη μάχη, μ'απάντηση δως μου,
αν το αντίο είναι τόσο γλυκό πως είν'όταν λες βαθιά σ'αγαπώ.

Ερημιά στην Καλλιθέα

$
0
0
Η ζωή απλώς κινείται τυχαία σου είπε  για πάντα,  μα όπως πάντα κορόιδευε...

Στίχοι: Φοίβος Δεληβοριάς
Μουσική: Φοίβος Δεληβοριάς
Ερμηνεία: Φοίβος Δεληβοριάς

Ερημιά στην Καλλιθέα
οι παπαγάλοι πουδράρουν τα ράμφη τους
στα κλουβιά αναβοσβήνουν τα νέα
όλος ο κόσμος ένα δίχτυ για πάρτη τους

Κάνουν τσατ, χέρια στα πέη
λένε μου αρέσει, θα πάω, παρευρίσκονται
κι ο Σταλόνε που μέσα μου κλαίει
φεύγω λέει...

Ερημιά στην Καλλιθέα
οι αετοί στα φαστ φουντ οργανώνονται
μια μπουτίκ με ενδύματα αρχαία
κι ένα μπουρδέλο που όσοι πάνε πληρώνονται

Τα κορίτσια τους φοβούνται τους gay
και οι αρχαίοι τους φοβούνται το αύριο
κι ο Γαρδέλης που μέσα μου κλαίει
φεύγω λέει...

Ερημιά στην Καλλιθέα
τα περιστέρια αντιδικούν με τα ταίρια τους
τα μαλλιά αποχαιρετούν τον κουρέα
οι ξυλουργοί πριονίζουν τα χέρια τους

Ένας δίσκος στην μπανιέρα επιπλέει
κι είν' ο καλύτερος, αυτός που δεν άκουσες
κι ο Ραλφ Μάτσιο που μέσα μου κλαίει
φεύγω λέει...

Τι ζητάς στην Καλλιθέα
ρωτάει το αηδόνι που παλιά σε συνόδευε
η ζωή απλώς κινείται τυχαία
σου είπε  για πάντα,  μα όπως πάντα κορόιδευε

Ανεβαίνω στην ταράτσα που καίει
πετάω την μπάλα που κρατούσα στο διάστημα
και ο Γκάλης που μέσα μου κλαίει
φεύγω λέει...


Ακυκλοφόρητο...

Τσιγάρο του έρωτα

$
0
0
Κι ύστερα γόπα η καρδιά στο πάτημα σου...


Στίχοι : Νίκος Μαρουλάκης
Σύνθεση : Νίκος Μανδαράκης
Ερμηνεία : Δημήτρης Μπένος

Βαριά φουμάρω τα βαριά
κι έχω σεκλέτια βαριά
η σκέψη κι η καρδιά
σ’ έρωτα ντέρτια
Βαριά τα λόγια κι ο καημός
δεν τον βαστάω
μ’ ένα ζειμπέκικο βαρύ
τώρα ξεσπάω

Να’ χα μια τζούρα απ’ το τσιγάρο του έρωτα σου
κι ύστερα γόπα η καρδιά στο πάτημα σου
 να’ χα μια τζούρα απ’ το τσιγάρο του έρωτα σου
και ας περνούσα σαν καπνός απ’ τα όνειρα σου

Βαρύ χαρμάνι ειν’ ο σεβντάς
και στ’ άναμμα του
βαριά ανασαίνει η ψυχή
με τ’ άρωμα του
Βαριά που είναι η μοναξιά
χωρίς εσένα
αχ και να σ’ είχα τώρα εδώ
μόνο για μένα

Οι νεράιδες

$
0
0
Οι νεράιδες είναι μπροστά σου, περνούν τα βράδια από τη γειτονιά σου...



Είναι αλήθεια είναι αλήθεια
πως οι νεράιδες ζουν στα παραμύθια
είναι αλήθεια και στο δικό μου
κάποια νεράιδα θέλει το καλό μου.

Θέλει εμένα κι όχι εσένα
γιατί της τα ’χω ξαναειπωμένα
τα ίδια λόγια όμως με πράξεις
και δεν μπορείς ποτέ να με αλλάξεις.

Είναι νεράιδα που δε φοβάται
κι όταν με βλέπει μόνη μου λυπάται
είναι νεράιδα ένα αστέρι
κι είναι εδώ χειμώνα καλοκαίρι.

Και πίστεψε το μην αμφιβάλλεις
και μες στο νου σου πάλι να το βάλεις
πως οι νεράιδες είναι μπροστά σου
περνούν τα βράδια από τη γειτονιά σου.

Είναι αλήθεια είναι αλήθεια
πως οι νεράιδες ζουν στα παραμύθια
είναι αλήθεια και στο δικό μου
κάποια νεράιδα θέλει το καλό μου.

Πόπη Κλειδαρά

Σαν ερωτευμένος Άργος

$
0
0
Τα μάτια σου στα μάτια μου ποτέ δε θα γεράσουν...


Στίχοι: Αθηνά Σπανού
Μουσική: Νίκος Μουτάφης
Ερμηνεία: Αλέκα Γιανναδάκη

Το σύμπαν συνωμότησε με έφερε κοντά σου
Με είδες και σε διάλεξα μόνο απ'τη ματιά σου
κι αν έφυγες δεν ξέφυγες από το πεπρωμένο
κι εγώ παρέμεινα εδώ απλά να περιμένω...

ταξίδεψε αφού το θες μα πίσω σαν γυρίσεις
το δάκρυ απ'τα μάτια σου να τρέξει να τ'αφήσεις
γιατί το δάκρυ σου αυτό θα 'ναι για εμένα
ο λόγος πως η πίστη μου δεν πήγε στα χαμένα...

Και αν αλλάξεις πρόσωπο δεν θα αλλάξεις βλέμμα
να σε διακρίνω θα μπορώ και μέσα από το ψέμα
τα χρόνια κι αν αλλάξουνε οι μέρες κι αν περάσουν
τα μάτια σου στα μάτια μου ποτέ δε θα γεράσουν

Ταξίδεψε αφού το θες μα πίσω να γυρίσεις
Τα μάτια σου να κλέψουνε σειρήνες μην αφήσεις
γιατί αυτός ο γυρισμός θα 'ναι για εμένα
απάντηση στις προσευχές που έκανα για σένα...


Μικρό Πολυτεχνείο: Νέοι Στιχουργοί στο φως - 6η χρονιά
Γυάλινο Μουσικό Θέατρο Upstage 6/4/2014

Αφιερωμένη στον αγαπημένο μας Νίκο Μουτάφη...

Εκεί που αγαπήθηκαν

$
0
0
Από τη μια λουλούδια, ζωάκια, παιδιά και από την άλλη τίποτα...

Στίχοι: Κόρε. Ύδρο.
Μουσική: Κόρε. Ύδρο.
Ερμηνεία:Κόρε. Ύδρο.

Εκεί που κοιμήθηκε,
εκεί που ψήθηκε σε ωραίο πυρετό
πήγα ξανά χωρίς ευαισθησία
εγώ που ήξερα γι’ αυτόν μόνο να κλαίω,
εγώ που κράταγα γι’ αυτόν το πιο ωραίο
και γέμιζα με ροζ ελπίδες το κρεβάτι του

Εκεί που ονειρεύτηκε,
εκεί που απεκδύθηκε το περιττό
τρέμω τώρα να πλησιάσω τόσο αδιάφορα,
εγώ που ήξερα γι’ αυτήν μόνο να κλαίω,
εγώ που ήξερα ποιο θα ’ταν το μοιραίο
και γέμιζα με αναμνήσεις το κεφάλι της

Εκεί που αγαπήθηκαν,
εκεί τα κρεβάτια ήταν πάντα στρωμένα
όπως εγώ τα ήθελα

Εκεί που αγαπήθηκαν,
εκεί τα σεντόνια είχαν πάντα δυο όψεις
(μόνο εγώ το ήξερα)

Εκεί που τελικά ξεχάστηκαν
από τη μια λουλούδια, ζωάκια, παιδιά
και από την άλλη τίποτα

Πώς να το πεις μετά;
Πώς ν’ αφήσεις αναμνηστικά;


Δισκογραφία:
Κόρε. Ύδρο - Όλη η αλήθεια για τα παιδιά του 78 (2009)

Γυναικεία πόδια σε αντρικά παπούτσια

$
0
0
Μου πάει το πουκάμισο της μοναξιάς;
Γυναικεία πόδια σε αντρικά παπούτσια
''Μου πάει το πουκάμισο της μοναξιάς;'' 
-''Θα σου πηγαίνει πάντα μέχρι να βρεις τον άνθρωπό σου''
-''Και πως θα καταλάβω ποιος είναι ο άνθρωπός μου;''
-''Εύκολα, μαζί του θα νιώθεις πάντα ολόγυμνος,αλλά ποτέ δε θα νιώθεις κρύο''.

Από το διήγημα ''Μπέμπηδες''


Παρατηρώ τα πρόσωπα γύρω μου.Κάποιοι κοιτάνε κάτω,κάποιοι κοιτάνε άκαμπτοι μπροστά. Στρέφω το βλέμμα μου στον ουρανό και χαζεύω τα σύννεφα. Μερικά μοιάζουν με λευκά νησιά,μερικά με φτερωτούς αγγέλους. Ουράνια έκθεση ζωγραφικής. Κάθε μέρα άλλοι πίνακες, κάθε μέρα δωρεάν...

Από το διήγημα ''Δωρεάν''

Γιάννης Αγγουριδάκης - Γυναικεία πόδια σε αντρικά παπούτσια (εκδ. Γαβριηλίδης,  2013)

TO MNHMONIO

$
0
0


Είν’ τα λεφτά μιά θάλασσα και η στεριά μακρυά...



Mάς βάλανε Μνημόνιο
Γιατ’ ειμαστε κακοί
Λαμόγια κι αδιόρθωτοι
Τά φάγαμε μαζί

Μέ τον Κώστα και το Γιώργο
Ολα πήγανε στό βρόντο
Κλέψανε τά ονειρά μας
Μα και τα εσωρουχά μας

Τώρα ελπίζουμε  σε θαύματα
Κι εξαίσια πλεονάσματα
Ομως  αντί γιά  ανάκαμψη
Ερχεται    αποκάλυψη

Μανώλη μου Μανώλη μου
Καταλαβέ το πιά
Είν ‘ τα  λεφτά μιά θάλασσα
Και η στεριά μακριά

Μέ τον Κώστα και το Γιώργο
Ολα πήγανε στο  βρόντο
Μα και με τον   Μανώλη
Τίποτα δε μας γλυτώνει

Μανώλη μου Μανωλη μου
Καταλαβέ το πιά
Είν’ τα λεφτά μιά θάλασσα
Και η στεριά μακρυά

Κώστας  Γιαννακόπουλος

Σου σφυρίζω

$
0
0
Και το φεγγάρι για τη δική μας χάρη τα μάτια του θα κλείσει...


Στίχοι: Γιώργος Οικονομίδης
Μουσική: Γιώργος Μουζάκης
Ερμηνεία: Τώνης Μαρούδας
Άλλες εμηνείες: Γιάννης Πάριος // Τέρης Χρυσός // Gadjo Dilo

Χίλιες βραδιές στο δικό σου στενό ξημερώνω
χίλιες καρδιές δεν θ΄ αντέχαν σ΄ αυτό τον καημό
που να πω το μεγάλο μου πόνο
μόνο εσύ θα τον γιάτρευες μόνο
έλα και κάνε μου γέλιο τον κάθε λυγμό

Σου σφυρίζω
για να βγεις σου σφυρίζω
και κρυφομουρμουρίζω
το δικό μας σκοπό

Σε κανένα
μην τα πεις σε κανένα
φύλαξε τα κρυμμένα
όσα λόγια σου πώ

Θα `ρθει τ΄ αγέρι
με τ΄ απαλό το χέρι
κρυφά να σε ξυπνήσει
και το φεγγάρι
για τη δική μας χάρη
τα μάτια του θα κλείσει

Σου σφυρίζω
για να βγεις σου σφυρίζω
και κρυφομουρμουρίζω
σ΄ αγαπώ σ΄ αγαπώ



Δισκογραφία:
Τα ερωτικά του '50 - 1988
Ευτυχισμένες μέρες - 1990
Όλα τα ελαφρά εληνικά - 2009
Gadjo Dilo - Manouche de Grec (2013)

Βυθός

$
0
0
Είναι το μυαλό μου θολό, είναι και ο κόσμος μου αστείος... 

Στίχοι: Αλκίνοος Ιωαννίδης
Μουσική: Αλκίνοος Ιωαννίδης
Πρώτη εκτέλεση: Αλκίνοος Ιωαννίδης

Πέρασαν μέρες χωρίς να στο πω
"Το σ'αγαπώ δυο μόνο λέξεις..."
αγάπη μου,πως θα μ'αντέξεις,
που 'μαι παράξενο παιδί σκοτεινό.

Πέρασαν μέρες χωρίς να σε δώ,
κι αν σε πεθύμησα δε ξέρεις.
"Κοντά μου πάντα θα υποφέρεις..",
σου το 'χα πει ένα πρωί βροχερό.

Θα σβήσω το φως κι όσα δε σου χω χαρίσει
σε ένα χάδι θα σου τα δώσω
κι ύστερα πάλι θα σε προδώσω,
μες στου μυαλού μου το μαύρο βυθό.

Θα κλάψεις ξανά που μόνη θα μείνεις
κι εγώ πιο μόνος κι από μένα,
μες σε δωμάτια κλεισμένα,
το πρόσωπό σου θα ονειρευτώ,
γιατί μες στο όνειρο μόνο ζω.

Στα σοβαρά μη με παίρνεις ειν'το μυαλό μου θολό
είναι και ο κόσμος μου αστείος.
Κι όταν με βαρεθείς τελείως
ψάξε αλλού να με βρεις όπως με θες.

Και εγώ που αγάπησα πάλι την ιδέα σου μόνο
και κάποιο στίχο που σου μοιάζει,
κοιτάζω έξω και χαράζει...
έγινε το αύριο πάλι χθες

Δισκογραφία:
Αλκίνοος Ιωαννίδης -Ο δρόμος, ο χρόνος και ο πόνος (1997)  

Σήκω λίγο στις μύτες...

$
0
0

Μη ζητάς μια Ιθάκη  αν πιο πριν δεν χαθείς...
Photo: ΣΗΚΩ ΛΙΓΟ ΣΤΙΣ ΜΥΤΕΣ... (λαϊκό τραγούδι)  Η δική μου πατρίδα / είναι αστέρι που πέφτει μια ευχή που δεν είπα / γιατί κοίταγα αλλού τον εχθρό και τον ξένο / έχω δει στον καθρέφτη κι η ψυχή μου έχει πάρει / ένα χρώμα πηλού.  Ρεφ.:  Όμως εσύ που θέλεις να ’ρθεις πιο κοντά μου βγες απ’ το δρόμο που χαράζει η τροχιά μου και μην πας με τα θύματα και μην πας με τους θύτες στην καρδιά σου να μείνεις παιδί. Βρες καινούργια συνθήματα σήκω λίγο στις μύτες ο θεός να σε δει…  Σε μι’ ανέραστη νύχτα / σε μια μέρα βιασμένη αν σε δέσει η συνήθεια / δεν μπορείς να λυθείς μη ζητάς αποδείξεις / γιατί ο κόσμος μικραίνει μη ζητάς μια Ιθάκη / αν πιο πριν δεν χαθείς. 

Η δική μου πατρίδα 
είναι αστέρι που πέφτει
μια ευχή που δεν είπα 

γιατί κοίταγα αλλού
τον εχθρό και τον ξένο 

έχω δει στον καθρέφτη
κι η ψυχή μου έχει πάρει 

ένα χρώμα πηλού.

Όμως εσύ που θέλεις να ’ρθεις πιο κοντά μου
βγες απ’ το δρόμο που χαράζει η τροχιά μου
και μην πας με τα θύματα
και μην πας με τους θύτες
στην καρδιά σου να μείνεις παιδί.
Βρες καινούργια συνθήματα
σήκω λίγο στις μύτες
ο θεός να σε δει…


Σε μι’ ανέραστη νύχτα 

σε μια μέρα βιασμένη
αν σε δέσει η συνήθεια 

δεν μπορείς να λυθείς
μη ζητάς αποδείξεις 

γιατί ο κόσμος μικραίνει
μη ζητάς μια Ιθάκη 

αν πιο πριν δεν χαθείς.

Πάνος Σταθόγιαννης 

Τον νυμφώνα σου βλέπω

$
0
0
Και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ...

Τον νυμφώνα σου βλέπω, Σωτήρ μου,
κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ έχω,
ίνα εισέλθω εν αυτώ λάμπρυνόν μου
την στολήν της ψυχής,
φωτοδότα, και σώσον με.

Από τον όρθρο της Μ. Δευτέρας, Εξαποστειλάριον « Τον νυμφώνα σου βλέπω... » Ήχος Γ'
Ψάλλει Βυζαντινός χορός ψαλτών, υπό τη διεύθυνση του Πρωτοψάλτου κ. Καβαρνού Πάνου.
Δίσκος:
Ο Σταυρωθείς και Αναστάς Κύριος - 2003


Δίσκος:
Ειρήνη Παππά , Βαγγέλης Παπαθανασίου - Ραψωδίες (1987)

Ιδού ο Νυμφίος έρχεται

$
0
0
Βλέπε ούν ψυχή μου, μή τώ ύπνω κατενεχθής...

Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται
εν τω μέσω της νυκτός
και μακάριος ο δούλος
ον ευρήσει γρηγορούντα,
ανάξιος δε πάλιν,
ον ευρήσει ραθυμούντα
βλέπε ούν, ψυχή μου,
μη τω ύπνω κατενεχθής
ίνα μη τω θανάτω παραδοθής,
και της βασιλείας έξω κλεισθής
αλλά ανάνηψον κράζουσα
άγιος, άγιος, άγιος ει ο Θεός ημών,
διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς.

Τροπάριον του όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας, Τρίτης και Τετάρτης. Ήχος πλάγιος τού δ'.
Ψάλλει Χορός Βατοπαιδινών Πατέρων, Άγιον Όρος.




Δίσκος:
Πέτρος Γαΐτάνος -  Ύμνοι της Μεγάλης Εβδομάδας (2009)



Τροπάριο Κασσιανής

$
0
0
Ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας...

 


Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσου
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.


Δοξαστικό Μεγάλης Τρίτης . Ήχος Πλάγιος του Τετάρτου.
Από τον Χορό του Θεοδώρου Βασιλικού.

Μυσταγωγῶν σου, Κύριε

$
0
0
O θέλων πρῶτος εἶναι ἔστω ἒσχατος

Μυσταγωγῶν σου, Κύριε, τοὺς μαθητάς, ἐδἰδασκες λέγων
Ὦ φίλοι, ὁρᾶτε, μηδεὶς ὑμᾶς χωρίσει μου φόβος
εἰ γὰρ πάσχω, ἀλλ'ὑπὲρ τοῦ κόσμου
Μὴ οὖν σκανδαλίζεσθε ἐν ἐμοί
οὐ γὰρ ἦλθον διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχήν μου λύτρον ὑπὲρ τοῦ κόσμου. 
Εἰ οὖν ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ, ἐμὲ μιμεῖσθε
ὁ θέλων πρῶτος εἶναι ἔστω ἒσχατος
ὁ δεσπότης ὡς ὁ διάκονος
μείνατε ἐν ἐμοί, ἵνα βότρυν φέρητε
ἐγὼ γάρ εἰμι τῆς ζωῆς ἡ ἄμπελος.


Εκ των Αποστίχων της Μ. Πέμπτης σε πλάγιο α' 
Ψάλλουν οι πατέρες της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους

Σήμερον Κρεμάται Επί Ξύλου

$
0
0
 Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο των αγγέλων βασιλεύς...

Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.
Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται, ο των αγγέλων βασιλεύς.
Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.
Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.
Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας.
Λόγχη εκεντήθη, ο υιός της Παρθένου.
Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.
Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασιν.

Από τον όρθρο της Μ. Παρασκευής - Αντίφωνον, από την Ακολουθία των μεγάλων Ωρών « Σήμερον κρεμάται επί ξύλου. » Ήχος πλάγιος δ'.
Ψάλλει ο
Πρωτοψάλτης κος Ευγένιος Χαρδαβέλλας.

Η ζωή εν τάφω

$
0
0
Η ζωή, πώς θνήσκεις;


Επιτάφιος Θρήνος - Εγκώμια Μεγάλης Παρασκευής, Στάση Πρώτη. Ήχος Πλάγιος Α'.
Ψάλλει ο Θεόδωρος Βασιλικός συνοδεία ισοκρατών.

Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σην.

Η ζωή, πώς θνήσκεις;
Πώς και τάφω οικείς;
του θανάτου το βασίλειον λύεις δε,
και του Άδου τους νεκρούς εξανιστάς.

Μεγαλύνομέν σε,
Ιησού βασιλεύ,
και τιμώμεν την ταφήν και τα πάθη σου,
δι'ων έσωσας ημάς εκ της φθοράς.

Μέτρα γης ο στήσας
εν σμικρώ κατοικείς,
Ιησού παμβασιλεύ, τάφω σήμερον,
εκ μνημάτων τους θανόντας ανιστών.

Ιησού Χριστέ μου,
βασιλεύ του παντός,
τι ζητών τοις εν τω Άδη ελήλυθας,
ή το γένος απολύσαι των βροτών;

Ο δεσπότης πάντων
καθοράται νεκρός,
και εν μνήματι καινώ κατατίθεται
ο κενώσας τα μνημεία των νεκρών.

Η ζωή εν τάφω
κατετέθης Χριστέ,
και θανάτω σου τον θάνατον ώλεσας
και επήγασας τω κόσμω την ζωήν.

Μετά των κακούργων
ως κακούργος, Χριστέ,
ελογίσθης, δικαιών ημάς άπαντας
κακουργίας του αρχαίου πτερνιστού.

Ο ωραίος κάλλει
παρά πάντας βροτούς
ως ανείδεος νεκρός καταφαίνεται,
ο την φύσιν ωραΐσας του παντός.

Άδης πως υποίσει, Σώτερ,
παρουσίαν την σην
και μη θάττον συνθλασθείη σκοτούμενος,
αστραπής φωτός σου αίγλη εκτυφλωθείς;

Ιησού, γλυκύ μοι
και σωτήριον φως,
τάφω πως εν σκοτεινώ κατακέκρυψαι;
ω αφάτου και αρρήτου ανοχής!

Απορεί και φύσις
νοερά και πληθύς
η ασώματος, Χριστέ, το μυστήριον
της αφράστου και αρρήτου σου ταφής.

Ω θαυμάτων ξένων,
ω πραγμάτων καινών!
ο πνοής μοι χορηγός άπνους φέρεται
κηδευόμενος χερσί του Ιωσήφ.

Και εν τάφω έδυς
και των κόλπων, Χριστέ
των πατρώων ουδαμώς απεφοίτησας·
τούτο ξένον και παράδοξον ομού.

Αληθής και πόλου
και της γης βασιλεύς,
ει και τάφω σμικροτάτω συγκέκλεισαι,
επεγνώσθης πάση κτίσει Ιησού.

Σου τεθέντος τάφω,
πλαστουργέτα Χριστέ,
τα του άδου εσαλεύθη θεμέλια
και μνημεία ανεώχθη των βροτών.

Ο την γην κατέχων
τη δρακί νεκρωθείς,
σαρκικώς υπό της γης νυν συνέχεται,
τους νεκρούς λυτρών της άδου συνοχής.

Εκ φθοράς ανέβης
η ζωή μου, Σωτήρ,
σου θανόντος και νεκροίς προσφοιτήσαντος
και συνθλάσαντος του άδου τους μοχλούς.

Ως φωτός λυχνία
νυν η σαρξ του Θεού
υπό γην ως υπό μόδιον κρύπτεται
και διώκει τον εν άδη σκοτασμόν.

Νοερών συντρέχει
στρατιών η πληθύς
Ιωσήφ συν Νικοδήμω συστείλαι σε
τον αχώρητον εν μνήματι σμικρώ.

Νεκρωθείς βουλήσει
και τεθείς υπό γην
ζωοβρύτα Ιησού μου, εζώωσας
νεκρωθέντα παραβάσει με πικρά.

Ο χειρί σου πλάσας
τον Αδάμ, εκ της γης
δι'αυτόν τη Φύσει γέγονας άνθρωπος
και εσταύρωσαι βουλήματι τω σω.

Ηλλοιούτο πάσα κτίσις
πάθη τω σω·
πάντα γαρ σοι, Λόγε, συνέπασχον,
συνοχέα σε γινώσκοντα παντός.

Της ζωής την πέτραν
εν κοιλίαν λαβών,
άδης ο παμφάγος εξήμεσεν,
εξ αιώνος ους κατέπιε νεκρούς.

Εν καινώ μνημείω
κατετέθης, Χριστέ,
και την φύσιν των βροτών ανεκαίνισας,
αναστάς θεοπρεπώς εκ των νεκρών.

Επί γης κατήλθες,
ίνα σώσης Αδάμ,
και εν γη μη ευρηκώς τούτον, Δέσποτα,
μέχρις άδου κατελήλυθας ζητών.

Συγκλονείται φόβω
πάσα, Λόγε, η γη,
και φωσφόρος τας ακτίνας απέκρυψε,
του μεγίστου γη κρυβέντος σου φωτός.

Ως βροτός μεν θνήσκεις
εκουσίως Σωτήρ,
ως Θεός δε τους θνητούς εξανέστησας
εκ μνημάτων και βυθού αμαρτιών.

Δακρυρρόους θρήνους
επί σε η αγνή
μητρικώς, ω Ιησού, επιρραίνουσα
ανεβόα· πώς κηδεύσω σε Υιέ;

Ώσπερ σίτου κόκκος
υποδύς κόλπους γης
τον πολύχουν αποδέδωκας άσταχυν,
αναστήσας τους βροτούς τους εξ Αδάμ.

Υπό γην εκρύβης,
ώσπερ ήλιος, νυν
και νυκτί τη του θανάτου κεκάλυψαι·
αλλ'ανάτειλον φαιδρότερον, Σωτήρ.

Ως ηλίου δίσκον
η σελήνη, Σωτήρ
αποκρύπτει, και σε τάφος νυν έκρυψεν,
εκλιπόντα τω θανάτω σαρκικώς.

Η ζωή θανάτου
γευσαμένη, Χριστός
εκ θανάτου τους βροτούς ηλευθέρωσε
και τοις πάσι νυν δωρείται την ζωήν.

Νεκρωθέντα πάλαι
τον Αδάμ φθονερώς,
επανάγεις προς ζωήν τη νεκρώσει σου
νέος, Σώτερ, εν σαρκί φανείς Αδάμ.

Νοεραί σε τάξεις,
ηπλωμένον νεκρόν,
καθορώσαι δι'ημάς εξεπλήττοντο,
καλυπτόμεναι ταις πτέρυξι, Σωτήρ.

Καθελών σε, Λόγε
από ξύλου νεκρόν,
εν μνημείω Ιωσήφ νυν κατέθετο.
Αλλ'ανάστα, σώζων πάντας ως Θεός.

Των αγγέλων, Σώτερ,
χαρμονή πεφυκώς,
νυν και λύπης τούτοις γέγονας αίτιος,
καθορώμενος σαρκί άπνους νεκρός.

Υψωθέν εν ξύλω,
και τους ζώντας βροτούς
συνυψοίς· υπό την γην δε γενόμενος,
τούς κειμένους υπ'αυτήν εξανιστάς.

Ώσπερ λέων, Σώτερ,
αφυπνώσας σαρκί,
ως τις σκύμνος ο νεκρός εξανίστασαι,
αποθέμενος το γήρας της σαρκός.

Την πλευράν ενύγης
ο πλευράν ειληφώς
του Αδάμ, εξ ης την Εύαν διέπλασας,
και εξέβλυσας κρουνούς καθαρτικούς.

Εν κρυπτώ μεν πάλαι
θύεται ο αμνός·
συ δ'υπαίθριος τυθείς, ανεξίκακε,
πάσαν κτίσιν απεκάθηρας, Σωτήρ.

Τις εξείποι τρόπον
φρικτόν, όντως καινόν;
ο δεσπόζων γαρ της κτίσεως σήμερον
πάθος δέχεται και θνήσκει δι'ημάς.

Ο ζωής ταμίας
πως οράται νεκρός;
εκπληττόμενοι οι άγγελοι έκραζον·
πώς δ'εν μνήματι συγκλείεται Θεός;

Λογχονύκτου, Σώτερ,
εκ πλευράς σου ζωήν
τη ζωή, τη εκ ζωής εξωσάση με,
επιστάζεις και ζωοίς με συν αυτή.

Απλωθείς εν ξύλω
συνηγάγου βροτούς·
την πλευράν σου δε νυγείς την ζωήρρυτον,
πάσιν άφεσιν πηγάζεις, Ιησού.

Ο ευσχήμων, Σώτερ,
σχηματίζει φρικτώς
και κηδεύει ως νεκρόν ευσχημόνως σε
και θαμβείταί σου το σχήμα το φρικτόν.

Υπό γην βουλήσει
κατελθών ως θνητός,
επανάγεις από γης προς ουράνια
τους εκείθεν πεπτωκότας, Ιησού.

Καν νεκρός ωράθης,
αλλά ζων ως Θεός
νεκρωθέντας τους βροτούς ανεζώωσας,
τον εμόν απονεκρώσας νεκρωτήν.

Ω χαράς εκείνης!
ω πολλής ηδονής!
ήσπερ τους εν Άδη πεπλήρωκας,
εν πυθμέσι φως αστράψας ζοφεροίς.

Προσκυνώ το πάθος,
ανυμνώ την ταφήν,
μεγαλύνω σου το κράτος, φιλάνθρωπε,
δι'ων λέλυμαι παθών φθοροποιών.

Κατά σου ρομφαία
εστιλβούτο, Χριστέ,
και ρομφαία ισχυρού μεν αμβλύνεται
και ρομφαία δε τροπούται της Εδέμ.

Η αμνάς τον άρνα
βλέπουσα εν σφαγή
ταις αικίσι βαλλομένη ηλάλαζε,
συγκινούσα και το ποίμνιον βοάν.

Καν ενθάπτη τάφω,
καν εις Άδου μολής,
αλλά, Σώτερ, και τους τάφους εκένωσας
και τον Άδην απεγύμνωσας Χριστέ.

Εκουσίως, Σώτερ,
κατελθών υπό γην,
νεκρωθέντας τους βροτούς ανεζώωσας
και ανήγαγες εν δόξη πατρική.

Της Τριάδος ο εις
εν σαρκί δι'ημάς
επονείδιστον υπέμεινε θάνατον·
φρίττει ήλιος και τρέμει δε η γη.

Ως πικράς εκ κρήνης,
της Ιούδα φυλής
οι απόγονοι εν λάκκω κατέθεντο
τον τροφέα μανναδότην Ιησού.

Ο κριτής ως κρίτος
προ Πιλάτου κριτού
και παρίστατο και θάνατον άδικον
κατεκρίθη δια ξύλου σταυρικού.

Αλαζών Ισραήλ,
μιαιφόνε λαέ,
τι παθών τον Βαραββάν ηλευθέρωσας,
τον Σωτήρα δε παρέδωκας σταυρώ;

Ο χειρί σου πλάσας
τον Αδάμ εκ της γης,
δι'αυτόν τη φύσει γέγονας άνθρωπος
και εσταύρωσαι βουλήματι τω σω.

Υπακούσας, Λόγε,
τω ιδίω Πατρί,
μέχρις άδου του δεινού καταβέβηκας
και ανέστησας, το γένος των βροτών.

Οίμοι, φως του κόσμου
οίμοι φως το εμόν!
Ιησού μου ποθεινότατε, έκραζεν
η Παρθένος θρηνωδούσα γοερώς.

Φθονουργέ, φονουργέ,
και αλάστορ λαέ,
καν σινδόνας και αυτό το σουδάριον
αισχύνθητι, αναστάντος του Χριστού.

Δολοφόνε δεύρο,
μιαρέ μαθητά,
και τον τρόπον της κακίας σου δείξόν μοι,
δι’ όν γέγονας προδότης του Χριστού.

Ως φιλάνθρωπός τις
υποκρίνει, μωρέ
και τυφλέ πανολεθρότατε άσπονδε,
ο το μύρον πεπρακώς δια τιμής.

Ουρανίου μύρου
ποίαν έσχες τιμήν;
του τιμίου τι εδέξω αντάξιον;
λύσσαν εύρες καταρώτατε Σατάν.

Ει φιλόπτωχος ει
και το μύρον λυπεί,
κενουμένου εις ψυχής ιλαστήριον,
πως χρυσώ απεμπολείς τον φωταυγή;

Ω Θεέ και λόγε,
ω χαρά η εμή,
πως ενέγκω σου ταφήν την τριήμερον;
νυν σπαράττομαι τα σπλάχνα μητρικώς.

Τις μοι δώσει ύδωρ
και δακρύων πηγάς;
η θεόνυμφος Παρθένος εκραύγαζεν,
ίνα κλαύσω τον γλυκύν μου Ιησούν;

Ω βουνοί και νάπαι
και ανθρώπων πληθύς,
κλαύσατε και πάντα θρηνήσατε
συν εμοί τη του Θεού υμών Μητρί.

Πότε ίδω, Σώτερ,
σε το άχρονον φως,
την χαράν και ηδονήν της καρδιάς μου;
η Παρθένος ανεβόα γοερώς.

Καν ως πέτρα, Σώτερ,
η ακρότομος συ
κατεδέξω την τομήν, αλλ'επήγασας
ζων το ρείθρον ως πηγήν ων της ζωής.

Ως εν κρήνης μιάς
τον διπλούν ποταμόν
της πλευράς σου προχεούσης αρδόμενοι,
την αθάνατον καρπούμεθα ζωήν.

Θέλων ώφθης, Λόγε,
εν τω τάφω νεκρός,
αλλά ζης και τους βροτούς, ως προείρηκας,
αναστάσει σου, Σωτήρ μου, εγερείς.

Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι...

Ανυμνούμεν, Λόγε,
σε τον πάντων Θεόν,
συν Πατρί και τω Αγίω σου Πνεύματι,
και δοξάζομεν την θείαν σου ταφήν.

Και νυνκαι αεί και εις τους αιώνας των αιώνων
Αμήν

Μακαρίζομέν σε
Θεοτόκε αγνή,
και τιμώμεν την ταφήν την τριήμερον
του Υιού σου και Θεού ημών πιστώς.

Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σην.



 

Fairuz- Η ζωή εν τάφω (Yassouh El hayat Nouazimak) 
Album: Good Friday (1962) 



 

Η ζωή εν τάφω - Νίκος Ξυλούρης, Μανώλης Μητσιάς.
Από εμφάνιση στην ΕΡΤ, 1977.



 

Επιλογές από τις τρεις Στάσεις των Εγκωμίων της Μεγάλης Παρασκευής (Η ζωή εν τάφω, Άξιόν εστι, Αι γενεαί πάσαι). Ερμηνεύουν: Βασίλης Τσαμπρόπουλος (πιάνο), Νεκταρία Καραντζή (φωνή).
Από τη Συναυλία "ΩΡΕΣ"με τον Βασίλη Τσαμπρόπουλο και τη Νεκταρία Καραντζή, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Μεγάλη Δευτέρα 29 Απριλίου 2013.

Άξιον εστί

$
0
0
 Έφριξεν η γη...
 

Επιτάφιος Θρήνος - Εγκώμια Μεγάλης Παρασκευής. Στάση Δεύτερη
Ψάλλει ο Πρωτοψάλτης Ευγένιος Χαρδαβέλλας.
 

Άξιον εστί

μεγαλύνειν σε τον ζωοδότην,

τον εν τω σταυρώ τας χείρας εκτείναντα

και συντρίψαντα το κράτος του εχθρού.


Άξιον εστί

μεγαλύνειν σε τον πάντων κτίστην·

τοις σοις γαρ παθήμασιν, έχομεν

την απάθειαν, ρυσθέντες της φθοράς.


Έφριξεν η γη,

και ο ήλιος, Σώτερ, εκρύβη,

σου του ανεσπέρου φέγγους, Χριστέ,

δύναντος εν τάφω σωματικώς.


Ύπνωσας, Χριστέ,

τον φυσίζωον ύπνον εν τάφω

και βαρέος ύπνου εξήγειρας

του της αμαρτίας το των ανθρώπων γένος.


Μόνη γυναικών

χωρίς πόνον έτεκόν σε, τέκνον,

πόνους δε νυν φέρω πάθει τω σω

αφορήτους, έλεγεν η σεμνή.


Άνω σε, Σωτήρ,

αχωρίστως τω Πατρί συνόντα,

κάτω δε νεκρόν ηπλωμένον γη

φρίττουσιν ορώντα τα Σεραφείμ.


Ρήγνυται ναού

καταπέτασμα τη ση σταυρώσει,

κρύπτουσι φωστήρες, Λόγε, το φως

σου κρυβέντος, Ήλιε, υπό γην.


Γης ο κατ'αρχάς

μόνω νεύματι πήξας τον γύρον,

άπνους ως βροτός καθυπέδυ γην·

φρίξον τω θεάματι, ουρανέ.


Έδυς υπό γην

ο τον άνθρωπον χειρί σου πλάσας

ιν'εξαναστήσης του πτώματος

των βροτών τα στίφη πανσθενεστάτω κράτει.


Θρήνον ιερόν

δεύτε άσωμεν Χριστώ θανόντι,

ως αι μυροφόροι γυναίκες πριν

ίνα και το χαίρε ακουσώμεθα συν αυταίς.


Μύρον αληθώς

συ ακένωτον υπάρχεις, Λόγε·

όθεν σοι και μύρα προσέφερον

ως νεκρώ τω ζώντι γυναίκες μυροφόροι.


Άδου μεν ταφείς

τα βασίλεια, Χριστέ, συντρίβεις,

θάνατον θανάτω δε θανατοίς

και φθοράς λυτρούσαι τους γηγενείς.


Ρείθρα της ζωής

η προχέουσα Θεού σοφία

τάφον υπεισδύσα ζωοποιεί

τους εν τοις αδύτοις Άδου μυχοίς.


Ίνα των βροτών

καινουργήσω συντριβείσαν φύσιν,

πέπληγμαι θανάτω θελών σαρκί,

Μήτερ ουν μη κόπτου τοις οδυρμοίς.


Έδυς υπό γην

ο φωσφόρος της δικαιοσύνης

και νεκρούς ώσπερ εξ ύπνου εξήγειρας,

εκδιώξας άπαν το εν τω άδη σκότος.


Κόκκος διφυής

ο φυσίζωος εν γης λαγόσι

σπείρεται, συν δάκρυσι σήμερον,

αλλ'αναβλαστήσας κόσμον χαροποιήσει.


Έπτηξεν Αδάμ

Θεού βαίνοντος εν Παραδείσω,

χαίρει δε προς άδην φοιτήσαντος,

πεπτωκός το πρώην και νυν εγηγερμένος.


Σπένδει σοι χοάς

η τεκούσα σε, Χριστέ, δακρύων,

σαρκικώς κατατεθέντι εν μνήματι,

εκβοώσα· Τέκνον ανάστα, ως προέφης.


Τάφω Ιωσήφ

ευλαβώς σε τω καινώ συγκρύπτων,

ύμνους εξοδίους θεοπρεπείς

τοις συμμίκτοις θρήνοις μέλπει σοι, Σωτήρ.


Ήλοις σε σταυρώ

πεπαρμένον η ση μήτηρ, Λόγε

βλέψασα, τοις ήλοις λύπης πικράς

βέβληται και βέλεσι την ψυχήν.


Σε τον του παντός

γλυκασμόν η μήτηρ καθορώσα

πόμα ποτιζόμενον το πικρόν,

δάκρυσι τας όψεις βρέχει πικρώς.


Τέτρωμαι δεινώς

και σπαράττομαι τα σπλάχνα, Λόγε,

βλέπουσα την άδικον σου σφαγήν·

έλεγεν η πάναγνος εν κλαυθμώ.


Όμμα το γλυκύ

και τα χείλη σου πως μύσω, Λόγε;

πως νεκροπρεπώς δε κηδεύσω Σε;

φρίττων ανεβόα ο Ιωσήφ.


Ύμνους Ιωσήφ

και Νικόδημος επιταφίους

άδουσι Χριστώ νεκρωθέντι νυν·

άδει δε συν τούτους και Σεραφείμ.


Δύνεις υπό γην,

Σώτερ, ήλιε δικαιοσύνης·

όθεν η τεκούσα σελήνη σε ταις

λύπαις εκλείπει, της θέας στερουμένη.


Έφριξεν ορών,

Σώτερ, Άδης σε τον ζωοδότην

πλούτον τον εκείνου σκυλεύοντα

και τους απ'αιώνος νεκρούς εξανιστώντα.


Ήλιος φαιδρόν

απαστράπτει μετά νύκτα, Λόγε,

και συ δ'αναστάς εξαστράψειας

μετά θάνατον φαιδρώς ως εκ παστού.


Γη σε, πλαστουργέ,

υπό κόλπους δεξαμενή,

τρόμω συσχεθείσα, Σώτερ, τινάσσεται,

αφυπνώσασα νεκρούς τω τιναγμώ.


Μύροις σε, Χριστέ,

ο Νικόδημος και ο ευσχήμων

νυν καινοπρεπώς περιστείλαντες,

Φρίξον, ανεβόων, πάσα η γη!


Έδυς, φωτουργέ,

και συνέδυ σοι το φως ηλίου·

τρόμω δε η κτίσις συνέχεται,

πάντων σε κηρύττουσα Ποιητήν.


Λίθος λαξευτός

τον ακρόγωνον καλύπτει λίθον·

άνθρωπος θνητός δ'ως θνητόν Θεόν

κρύπτει νυν τω τάφω· φρίξον η γη!


Ίδε μαθητήν,

ον ηγάπησας και σην μητέρα,

τέκνον, και φθογγήν δος, γλυκύτατον,

έκραζε δακρύουσα η Αγνή.


Συ ως ων ζωής

χορηγός, Λόγε, τους Ιουδαίους

εν σταυρώ ταθείς ουκ ενέκρωσας,

αλλ'ανέστησας και τούτων τους νεκρούς.


Κάλλος, Λόγε, πριν,

ουδέ είδος εν τω πάσχειν έσχες,

αλλ'εξαναστάς υπερέλαμψας,

καλλωπίσας τους βροτούς θείαις αυγαίς.


Έδυς τη σαρκί

ο ανέσπερος εις γην φωσφόρος·

και μη φέρων βλέπειν ο ήλιος

εσκοτίσθη μεσημβρίας εν ακμή.


Ήλιος ομού

και σελήνη σκοτισθέντες, Σώτερ,

δούλους ευνοούντας εικόνιζον,

οι μελαίνας αμφιέννυνται στολάς.


Οίδε σε Θεόν

Εκατόνταρχος, καν ενεκρώθεις·

πως σε ουν, Θεέ μου, ψαύσω χερσί;

φρίττω, ανεβόα ο Ιωσήφ.


Ύπνωσεν Αδάμ,

αλλά θάνατον πλευράς εξάγει·

συ δε νυν υπνώσας, Λόγε Θεού,

βρύεις εκ πλευράς σου κόσμω ζωήν.


Ύπνωσας μικρόν

και εζώωσας τους τεθνεώτας

και εξαναστάς εξανέστησας

τους υπνούντας εξ αιώνων Αγαθέ.


Ήρθης από γης,

αλλ'ανέβλυσας της σωτηρίας

σου τον οίνον, ζωήρυττε άμπελε.

Δοξάζω σου το πάθος και τον σταυρόν.


Πως οι νοεροί

ταγματάρχαι σε, Σωτήρ, ορώντες

γυμνόν, ημαγμένον, κατάκριτον,

έφερον την τόλμην των σταυρωτών;


Αραβιανόν,

σκολιώτατον γένος Εβραίων,

έγνως την ανέγερσιν του ναού·

δια τι κατέκρινας τον Χριστόν!


Χλαίναν εμπαιγμού

τον κοσμήτορα πάντων ενδύεις,

ος τον ουρανόν κατηστέρωσε

και την γην εκόσμησε θαυμαστώς.


Ώσπερ πελεκάν,

τετρωμένος την πλευράν σου, Λόγε,

σους θανόντας παίδας εζώωσας,

επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς.


Ήλιον το πριν

Ιησούς τους αλλοφύλους κόπτων

έστησεν· αυτόν δε απέκρυψας,

καταβάλλων τον του σκότους αρχηγόν.


Κόλπων πατρικών

ανεκφοίτητος μείνας, οικτίρμον,

και βροτός γενέσθαι ευδόκησας

και εις άδην καταβέβηκας, Χριστέ.


Ήρθη σταυρωθείς

ο εν ύδασι την γην κρεμάσας

και ως άπνους εν αυτή νυν προσκλίνεται,

ο μη φέρουσα εσείετο δεινώς.


Οίμοι, ω Υιέ!

η απείρανδρος θρηνεί και λέγει·

ον ως βασιλέα γαρ ήλπιζον,

κατάκριτον νυν βλέπω εν σταυρώ.


Ταύτα Γαβριήλ

μοι απήγγειλεν, ότε κατέπτη,

ος την βασιλείαν αιώνιον

έφη του Υιού μου του Ιησού.


Φευ! του Συμεών

εκτετέλεσται η προφητεία·

η γαρ ση ρομφαία διέδραμε

την εμήν καρδίαν Εμμανουήλ.


Καν τους εκ νεκρών

επαισχύνθητε, ω Ιουδαίοι,

ους ο ζωοδότης ανέστησεν,

ον υμείς εκτείνατε φθονερώς.


Έφριξεν ιδών

το αόρατον φως, σε Χριστέ μου,

μνήματι κρυπτόμενον άπνουν τε,

και εσκότασεν ο ήλιος το φως


Έκλαιε πικρώς

η πανάμωμος μήτηρ σου, Λόγε,

ότε εν τω τάφω εώρακε

σε τον άφραστον και άναρχον Θεόν.


Νέκρωσιν την σην

η πανάφθορος, Χριστέ, σου μήτηρ

βλέπουσα, πικρώς σοι εφθέγγετο·

Μη βραδύνης, η ζωή, εν τοις νεκροίς.


Άδης ο δεινός

συνετρόμαξεν, ότε σε είδεν,

ήλιε της δόξης αθάνατε,

και εδίδου τους δεσμίους εν σπουδή.


Μέγα και φρικτόν,

Σώτερ, θέαμα νυν καθοράται!

ο ζωής γαρ πέλων παραίτιος

θάνατον υπέστη, ζωώσαι θέλων πάντας.


Νύττη την πλευράν

και ηλούσαι, δέσποτα, τας χείρας,

πληγήν εκ πλευράς σου ιώμενος

και την ακρασίαν χειρών των προπατόρων.


Πριν τον της Ραχήλ

υιόν έκλαυσεν άπας κατ'οίκον·

νυν τον της Παρθένου εκόψατο

μαθητών χορεία συν τη Μητρί.


Ράπισμα χειρών

Χριστού δέδωκαν εν σιαγόνι,

του χειρί τον άνθρωπον πλάσαντος

και τας μύλας θλάσαντος του θηρός.


Ύμνοις σου, Χριστέ,

νυν την σταύρωσιν και την ταφήν τε

άπαντες πιστοί εκθειάζομεν,

οι θανάτου λυτρωθέντες ση ταφή.


Δόξα Πατρί

Άναρχε Θεέ,

συναΐδιε Λόγε και Πνεύμα,

σκήπτρα των ανάκτων κραταίωσον

κατά πολεμίων, ως αγαθός.


Και νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων
Αμήν


Τέξασα ζωήν,

παναμώμητε αγνή Παρθένε,

παύσον Εκκλησίας τα σκάνδαλα

και βράβευσον ειρήνην, ως αγαθή.


Άξιον εστί

μεγαλύνειν σε τον ζωοδότην

τον εν τω σταυρώ τας χείρας εκτείναντα

και συντρίψαντα το κράτος του εχθρού.


Viewing all 850 articles
Browse latest View live