Απλά ένα τραγουδάκι...
Ένας κατακόκκινος πάνθηρας
το έχει σκάσει, είπαν.
Ένας κατακόκκινος πάνθηρας
Σαν έρωτας, σαν έμμηνα, σαν αιμόπτυση
Είναι τώρα στην πόλη.
Τα κορίτσια ονειρεύονται μέρες σωμάτινες
Οι εργάτες απεργούν αυτόματα,
κανείς στο δρόμο, κανείς στη δουλειά του.
Οι γέροι να παρακαλούν να τον δούνε
Απ΄το παράθυρο.
-Ένας άρχοντας του τρόμου που απλά υπάρχει-
Πάνε να τον σημαδέψουν από μακριά
Τους βλέπει
Τινάζεται
Απλά ζημιές, κάνουν οι σφαίρες.
Ο στρατός θα επέμβει
Μα οι πόλεις...
Οι πόλεις δεν έχουν χτιστεί για κυνήγι αίλουρων
Κι η μια γειτονιά κοντά στην άλλη
Θα την πληρώσουν κι όσοι δεν πρέπει
Κι αυτός με άλματα εκατοντάδων μέτρων
πες, ένας πάνθηρας που πετάει όταν χρειαστεί.
Ίσως πάλι γλυτώσει.
Τα ελικόπτερα ‘’βέβαια’’, θα την κάνουν τη δουλειά
Φτάνει να σκοτωθεί το ζώο
Δε γίνεται χωρίς παράπλευρες απώλειες.
Φήμες λένε για οφθαλμαπάτη, δεν πετάει τάχα
Παραμύθια...
Τινάζεται
Μα, δεν είναι ένας.
‘’Κλαίω από χαρά μωρό μου,
αυτός....αυτοί ;απέξω.
Η πόλη δική τους
Θα πεις θα ληφτούν φαγώσιμα, φάρμακα
-είμαστε όλοι άρρωστοι, εδώ-
κλαίω από χαρά μωρό μου
λέω να βγώ να με δεί
το νιώθω δεν θα μου ορμήσει
έχει άλλωστε τα μάτια σου
Τα είδα
Θα καταλάβει’’
Των άστεγων οι σκύλοι -παρότι αφέθηκαν μόνοι- δε γαυγίζουν, δεν κρύβονται.
Συνύπαρξη θαρρείς.
‘’Έχει πλάκα...
Σαν το αίμα φυλάει τη δική του πόλη.
Πες μου, κι εσύ’’
Νίκος Κυριακίδης