Κρύφτηκε μέσα σου η ζωή και δεν την βρήκες...
Την ανεμόσκαλα του κόσμου ανεβαίνεις
Πιάνεις στα χέρια σου μια χούφτα ουρανό
Βλέπεις τον κόσμο από ψηλά και περιμένεις
όσο η ανάσα σου μετράει το κενό
Στάζεις στο αίμα σου αψέντι απ’ τ’ αστέρια
Πάλι δεν τόλμησες να δεις όσα δεν ζεις
Μέσα σε ψέματα που πάντα θ’ αγναντεύεις
δίχως αντίσταση θα τρέχεις να κρυφτείς
Έτσι κατάφερες να γίνεις όπως σ’ είδαν
μέσα απ’ τα μάτια τους αυτοί που σ’ αγαπούν
Μα δεν κατάλαβαν ποτέ πως έχεις φύγει
και κατά βάθος κάποιον άλλον πια ζητούν
Κρύφτηκε μέσα σου η ζωή και δεν την βρήκες
Κάλπικοι έρωτες η μόνη σου χαρά
Έγινες κάτι από αυτά που σε σκοτώνουν
κι έριξες τ’ άδεια σου κομμάτια στη φωτιά
Δίχως πυξίδα και Θεό θα ταξιδεύεις
Χάρτινος ήρωας με ξύλινο σπαθί
Στα παραμύθια ένα όνομα γυρεύεις
να μας θυμίζει της ψυχής σου το παιδί
Πώς να αλλάξεις ουρανό
όταν γυρεύεις λίγο φως
και δεν το βρίσκεις?
Δεν έχεις κάπου να πιαστείς
Ο ήλιος έσβησε νωρίς
και θα λυγίσεις
Πώς να μου πεις πως μ’ αγαπάς
όταν στο λίγο μου χωράς
και δεν αλλάζεις?
Έγινες δάκρυ και σιωπή
στου παραδείσου το κελί
και με τρομάζεις…
Γιώργος Δημακάκος