Οι κλεψύδρες βουλιάξανε στο χρόνο...
Είναι ταξίδια που δεν κάναμε ποτέ
και οι κλεψύδρες δες βουλιάξανε στο χρόνο
είναι αγάπες που μισήσανε το ναι
και δες περίσσεψε του έρωτα οξυγόνο.
Παραπατήσαν και διαβήκανε νωρίς
ένα κατώφλι που ο θάνατος αντέχει
αυτοί που δείλιασαν και άφησαν να τρέχει
μία βρυσούλα που λεγόταν της ντροπής.
Στάσου από κάτω απ’ τον πλάτανο και πες
χίλιες αλήθειες που της μίλησαν οι βράχοι
αυτοί που πάντοτε καθότανε μονάχοι
οι της βροχής οι ταπεινοί περπατητές.
Έλα στη θέση του πνιγμένου, του μικρού
αυτού που ξέκαναν οι κάποιοι, οι μεγάλοι
κι ύστερα πρόσεξε και σκύψε το κεφάλι
δάκρυσε, φύγε και ξεκίνα για αλλού.
Πόσες φορές θα αγαπήσεις τη σιωπή
εσύ που ρίχτηκες το δίκιο να γυρεύεις…
Πόπη Κλειδαρά