Θα ονειρευόμουν σαν μωρό να γεννηθώ μαζί σου...
Η μοναξιά μου θάνατος
Μπαίνει από τις κουρτίνες
Κοιτάζω τον ορίζοντα
Και βλέπω το κενό
το χέρι αν μου κράταγες
Ίσως να ‘χα ξεφύγει
Από το μαύρο σύννεφο
που φέρνει δειλινό
και τώρα μες στα μάτια σου
βλέπω τη καταιγίδα
που σκόρπισε σε μια στιγμή
όλες μας τις σιωπές
το χάδι σου στο μάγουλο
ανάμνηση που φεύγει
πετάχτηκε σε μια γωνιά
στου χρόνου τις ρωγμές
σαν αποφάγια ενός παιδιού
ήταν το καλοκαίρι
της φλογισμένης μου ψυχής
πόθοι και αγκαλιές
μα και αυτά ριχτήκανε
σε κάλαθο αχρήστων
και η ηδονή απ’ τα φιλιά
οδύνη εραστών
αν στο γυμνό σου το κορμί
μπορούσα να μεθύσω
θα ονειρευόμουν σαν μωρό
να γεννηθώ μαζί σου
απ΄το νεράκι σου να πιω
να ‘ρθώ, να σε αγγίξω
δύο καρδιές να πάλλονται
να ακούσω τη φωνή σου
που θα μου λέει «Σ’ αγαπώ»
και «κάνε με δική σου»
ΘανάσηςΒορδός