του σκύλου τη δαγκωματια
το νύχι της αρκούδας
της μέδουσας το διάφανο
φαρμακερο πλοκάμι
το δηλητήριο του φιδιου
στην άκρη μιας πλεξούδας
και μια μπουκια από κάρβουνο
μαύρη σαν το κατράμι
της θάλασσας την αγκαλια
του ήλιου τ' άγιο χάδι
της μέλισσας το άγριο
το θυμαρίσιο μέλι
άρωμα πεύκου, που η βροχη
το νότιζε το βράδυ
και μια γουλια από βάλσαμο
τα χείλια μου να θέλει
με πιάνει αυτο το ζόρικο μεθύσι των φιλιων σου
μισο φιλι να με πονά και τ' άλλο να με σώνει
εκει, στο γλυκοχάραγμα των αναστεναγμων σου
εκει Θεός και διάβολος, και - φεύγω, ξημερώνει...