Ήλιους δικούς σου, μ’ ένα φιλί, κάθε πρωί χαιρέταγε...
Τι κι αν λαβώσεις αετό, αγέρωχος πετάει
στέκει με ίσια τα φτερά κάνει πως δεν πονάει.
Τι έφταιξε και πλήγωσες έναν αετό που πέταγε
ήλιους δικούς σου,
μ’ ένα φιλί, κάθε πρωί χαιρέταγε...
Δεν θέλω ο πόνος να φανεί στο βόλι δεν λυγάω
δίνω κουράγιο στα φτερά τ’ ανοίγω κι ας πονάω.
Γιατί εγώ έχω Θεό, κάνω την προσευχή μου
παίρνω του αγέρα την πνοή γιατρεύω την ψυχή μου.
Μπαίνω στου ήλιου την αυλή μην ακουστεί η κραυγή
κλέβω σταγόνα απ’ τη βροχή και κλείνω την πληγή.
Δυο πετροχελίδονα, που είδαν τον κυνηγό μου
μού ‘δειξαν με τα νύχια τους, εσένα για εχθρό μου.
Μια ορτυκομάνα δάκρυσε όταν μου είπε: πέτα, πέτα
περήφανε αητέ, πέτα με ίσια τα φτερά, πέτα και ξαναπέτα
φίλος μη δει, ούτε εχθρός να είσαι δακρυσμένος
γης κι ουρανού ο βασιλιάς πώς είναι λαβωμένος.
Μίκα Μαυρογιάννη
Απλό τη συλλογή 'Μονόλογος ανδρός', εκδ. Όστρια, 2018